Otkriće στα ελληνικά
Μετάφραση: otkriće, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεύρεση, έκθεση, ανακάλυψη, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- otkrivač στα ελληνικά - Discoverer, Το Discoverer, που ανακάλυψε, του Discoverer, ανακαληπτής
- otkrivenje στα ελληνικά - αποκάλυψη, Αποκάλυψης, την αποκάλυψη, αποκαλύψεως, η αποκάλυψη
- otkucaj στα ελληνικά - τικ, παλμός, νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, κτυπήσει
- otkucati στα ελληνικά - απεργία, χτυπώ, τύπος, τύπου, τύπο, είδος, τον τύπο
Τυχαίες λέξεις
Otkriće στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεύρεση, έκθεση, ανακάλυψη, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη
Μεταφράσεις: εφεύρεση, έκθεση, ανακάλυψη, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, η ανακάλυψη