Εσκεμμένα στα αγγλικά

Μετάφραση: εσκεμμένα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
deliberately, knowingly, intentionally, purposely, willfully
Εσκεμμένα στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: εσκεμμένα

knowingly
  • εν γνώσει
  • εσκεμμένα
  • ενσυνειδητώς
  • με σημασία
  • πονηρά
  • σκόπιμα

Σχετικές λέξεις: εσκεμμένα

εσκεμμένα συνώνυμα, εσκεμμένα αντίθετα, εσκεμμένα συνώνυμο, εσκεμμένα ετυμολογια, εσκεμμένα λεξικό γλώσσας αγγλικά, εσκεμμένα στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • ερώτηση στα αγγλικά - enquiry, inquiry, question, query, the question, a question
  • εσείς στα αγγλικά - you, ye, made, made a, yourself
  • εσκεμμένος στα αγγλικά - deliberate, premeditated, done deliberately
  • εσοχή στα αγγλικά - nook, alcove, recess, recessed, the recess, indentation
Τυχαίες λέξεις
Εσκεμμένα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: deliberately, knowingly, intentionally, purposely, willfully