Pobunjenički στα ελληνικά
Μετάφραση: pobunjenički, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επαναστατικός, αηδιαστικός, στασιαστικός, ανυπότακτος, επαναστατική, επαναστατικές
Μεταφράσεις
- način στα ελληνικά - έγκλιση, μέσο, τρόπος, κέφι, ύφος, λεωφόρος, στύλος, ...
- nedruževan στα ελληνικά - πικρόχολος, irresponsive
- neprijemčiv στα ελληνικά - ανεπίδεκτος, ανεπηρέαστος, ανεπηρέαστη η συσκευή από, ανεπίδεκτοι, ανεπηρέαστη η συσκευή
- osoba στα ελληνικά - βίος, άνθρωπος, πρόσωπο, ισόβιος, ζωή, άτομο, προσώπου, ...
Τυχαίες λέξεις
Pobunjenički στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επαναστατικός, αηδιαστικός, στασιαστικός, ανυπότακτος, επαναστατική, επαναστατικές
Μεταφράσεις: επαναστατικός, αηδιαστικός, στασιαστικός, ανυπότακτος, επαναστατική, επαναστατικές