Položiti στα ελληνικά
Μετάφραση: položiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξαπλώνω, μαξιλάρι, στρώνω, κοσμικός, βάζω, τοποθετώ, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fanatik στα ελληνικά - φανατικός, φανατικούς, φανατικοί, φανατικό, φανατικών
- folklora στα ελληνικά - λαογραφία, Λαογραφικό, Λαογραφίας, Λαογραφικού, Λαογραφική
- istrgnut στα ελληνικά - τεντωμένος, απλωμένα, τεντωμένο, απλωμένα τα, τεντωμένο το
- oltaru στα ελληνικά - βωμός, βωμό, θυσιαστήριο, βωμού, θυσιαστηρίου
Τυχαίες λέξεις
Položiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, μαξιλάρι, στρώνω, κοσμικός, βάζω, τοποθετώ, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει
Μεταφράσεις: ξαπλώνω, μαξιλάρι, στρώνω, κοσμικός, βάζω, τοποθετώ, να ορίσει, ορίσει, καθορίζουν, καθορίζει, θέσει