Primorati στα ελληνικά
Μετάφραση: primorati, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξαναγκάζω, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ισχύος, ισχύουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akumulator στα ελληνικά - μπαταρία, μπαταρίας, της μπαταρίας, μπαταριών, συσσωρευτή
- impulzivan στα ελληνικά - ορμέμφυτος, παρορμητικός, παρορμητική, παρορμητικές, παρορμητικά, παρορμητικό
- izdržljiv στα ελληνικά - ανθεκτικός, επίμονος, διαρκής, ανθεκτικό, ανθεκτικά, ανθεκτική
- nesimetričan στα ελληνικά - ασύμμετρος, dissymmetrical
Τυχαίες λέξεις
Primorati στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ισχύος, ισχύουν
Μεταφράσεις: εξαναγκάζω, δύναμη, ισχύ, ισχύει, ισχύος, ισχύουν