Učestalo στα ελληνικά

Μετάφραση: učestalo, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συχνάζω, συχνά, συχνός, συχνότερα, συχνές, συχνότητα, τακτικά
Učestalo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bliještanje στα ελληνικά - αγριοκοιτάζω, λάμψη, αντηλιά, έντονο φως, θάμβωση, εκτυφλωτικό φως
  • kišan στα ελληνικά - βροχερός, βροχερή, βροχερές, βροχερό, βροχών
  • kritika στα ελληνικά - κατακρίνω, μέμψη, κριτική, ψέγω, κριτικός, επίκριση, επικρίσεις, ...
  • neuglađen στα ελληνικά - άξεστος, unpolished, αγυάλιστων, αγυάλιστα, άξεστος το
Τυχαίες λέξεις
Učestalo στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συχνάζω, συχνά, συχνός, συχνότερα, συχνές, συχνότητα, τακτικά