Ustoličiti στα ελληνικά

Μετάφραση: ustoličiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαθιδρύω, ενθρονίζω, ενθρονίσουμε, ενθρονίσει
Ustoličiti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • glazba στα ελληνικά - μουσική, τραγούδι, μουσικής, τη μουσική, μουσικά, της μουσικής
  • imalac στα ελληνικά - θήκη, κάτοχος, κάτοχο, κατόχου, κάτοχος της, δικαιούχου
  • materica στα ελληνικά - μήτρα, μήτρας, της μήτρας, τη μήτρα, η μήτρα
  • opticaj στα ελληνικά - κυκλοφορία, κυκλοφορίας, την κυκλοφορία, κυκλοφορία του
Τυχαίες λέξεις
Ustoličiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, εγκαθιστώ, εγκαθιδρύω, ενθρονίζω, ενθρονίσουμε, ενθρονίσει