Vlastiti στα ελληνικά
Μετάφραση: vlastiti, Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
κροατικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έθιμο, κατέχω, της], τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- ekran στα ελληνικά - μπάρα, φραγμός, εμπόδιο, κοσκινίζω, φράγμα, γρίφος, οθόνη, ...
- gnoj στα ελληνικά - βόρβορος, ιλύς, λάσπη, πύο, πύον, πύου, pus, ...
- ministarstva στα ελληνικά - υπουργείο, Υπουργείου, διακονία, του υπουργείου, το υπουργείο
- nagovaranje στα ελληνικά - πειστικότητα, πειθούς, πειθώ, την πειθώ, της πειθούς
Τυχαίες λέξεις
Vlastiti στα ελληνικά - Λεξικό: κροατικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έθιμο, κατέχω, της], τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική
Μεταφράσεις: έθιμο, κατέχω, της], τα δικά, δική, δικά, το δικό, τη δική