Facio στα ελληνικά

Μετάφραση: facio, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κάνω
Facio στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • facile στα ελληνικά - εύκολα
  • facilis στα ελληνικά - εύκολος, άνετος
  • facticius στα ελληνικά - τεχνητός
  • factum στα ελληνικά - διάβημα, εργασία, δουλεύω, εργάζομαι, δράση, επενέργεια, δουλειά, ...
Τυχαίες λέξεις
Facio στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κάνω