Peto στα ελληνικά

Μετάφραση: peto, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαίτηση, απαιτώ, ζήτηση, ψάχνω, αναζητώ, ζητώ
Peto στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pes στα ελληνικά - πόδι
  • petroselinum στα ελληνικά - μαϊντανός
Τυχαίες λέξεις
Peto στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαίτηση, απαιτώ, ζήτηση, ψάχνω, αναζητώ, ζητώ