Prohibitio στα ελληνικά
Μετάφραση: prohibitio, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαγόρευση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- profundus στα ελληνικά - δασύς, πυκνός, βαθυστόχαστος, ψηλός, βαθύς
- prohibeo στα ελληνικά - απαγορεύω
- prolato στα ελληνικά - επεκτείνω, εκτείνομαι, εκτείνω
- proles στα ελληνικά - απόγονος
Τυχαίες λέξεις
Prohibitio στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαγόρευση
Μεταφράσεις: απαγόρευση