Λέξη: χλιαρός
Συνώνυμα: χλιαρός
αδιάφορος
Μεταφράσεις: χλιαρός
χλιαρός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
lukewarm, tepid, are lukewarm
χλιαρός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tibio, tibia, templada, tibios, tibieza
χλιαρός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
lauwarm, lau, lauwarmem, lauwarmen, lauwarmes
χλιαρός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
impassible, tiède, indifférent, indolent, tièdes, tiédeur, mitigé
χλιαρός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tiepido, tiepida, tiepidi, tiepida e
χλιαρός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
furgão, morno, morna, tépida, mornos, indiferente
χλιαρός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
zoel, lauw, lauwe, lauwwarm, handwarm, lauwwarme
χλιαρός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
тепловатый, тепленький, вялый, равнодушный, теплый, теплой, тепл, теплым, прохладно
χλιαρός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lunken, lunkent, lunkne, lunket
χλιαρός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ljummet, ljumma, ljummen, ljum, ljumt
χλιαρός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
tyly, lauha, haalea, leppeä, penseä, haalealla, haaleaa, haaleassa
χλιαρός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
lunken, lunkent, lunkne
χλιαρός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vlažný, lhostejný, netečný, vlažné, vlažná, vlažnou, vlažní
χλιαρός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
obojętny, letni, letnie, letniej, letnia
χλιαρός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
langyos, kézmeleg, közömbös
χλιαρός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
ılık, Ilık, ılık bir, ilik
χλιαρός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
цибулі, теплий, тепла, тепле, теплу
χλιαρός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
i vakët, vakët, të vakët, e vakët, e zbehtë
χλιαρός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
хладък, хладка, топла, хладки, хладна
χλιαρός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
цёплы, цёплае, цёплая, теплый, цёплую
χλιαρός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
leige, leiges, leiget, toasooja
χλιαρός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
mlak, ravnodušan, mlaka, mlake, mlaki, mlako
χλιαρός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
volgur, volgu, hálfvolgur, Vægast, Vægast sagt
χλιαρός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
drungnas, drungnu, drungno, drungną
χλιαρός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
remdens, vienaldzīgs, remdenu, remdena, vienaldzīga
χλιαρός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
млака, млак, млаки
χλιαρός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
călduț, călduță, calduta, căldicel, căldicei
χλιαρός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
mlačna, mlačno, mlačne, mlačnega, mlačen
χλιαρός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vlažný, vlažná, vlažnej, vlažné