Reservo στα ελληνικά

Μετάφραση: reservo, Λεξικό: λατινικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λατινικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εφεδρικός, παρακαταθήκη, κατακρατώ, παρακρατώ, εξακολουθώ, εφεδρεία, συντηρώ, διατηρώ, διασώζω, κρατώ
Reservo στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • requirere στα ελληνικά - ανάγκη, χρειάζομαι
  • res στα ελληνικά - ύλη, νοιάζομαι, θέμα, επιχείρηση, δουλειά, δουλειές, υπόθεση, ...
  • respiratio στα ελληνικά - αναπνοή
  • respondeo στα ελληνικά - αντίλογος, ανταπαντώ, απαντώ
Τυχαίες λέξεις
Reservo στα ελληνικά - Λεξικό: λατινικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εφεδρικός, παρακαταθήκη, κατακρατώ, παρακρατώ, εξακολουθώ, εφεδρεία, συντηρώ, διατηρώ, διασώζω, κρατώ