Īstenībā στα ελληνικά
Μετάφραση: īstenībā, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κόσμος, υφήλιος, πραγματικότητα, πραγματικότητας, την πραγματικότητα, η πραγματικότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- īrnieks στα ελληνικά - νοικάρης, κάτοχος, κάτοικος, ένοικος, κολίγας, μόνιμος, ενοικιαστής, ...
- īss στα ελληνικά - σύντομος, κοντός, σύντομο, σύντομη, μικρή, σύντομες, μικρής
- īstenībā στα ελληνικά - πράγματι, πραγματικά, αλήθεια, πραγματικότητα, στην πραγματικότητα, όντως
- īsts στα ελληνικά - αληθινός, πραγματικός, γνήσιος, αυθεντικός, πραγματικό, πραγματική, πραγματικές, ...
Τυχαίες λέξεις
Īstenībā στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κόσμος, υφήλιος, πραγματικότητα, πραγματικότητας, την πραγματικότητα, η πραγματικότητα
Μεταφράσεις: κόσμος, υφήλιος, πραγματικότητα, πραγματικότητας, την πραγματικότητα, η πραγματικότητα