Apvaldīt στα ελληνικά

Μετάφραση: apvaldīt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διατάζω, εξουσιάζω, προστάζω, εντολή, έλεγχος, προσταγή, μέτριος, μετριοπαθής, μέτρια, μέτριας, μέτριο
Apvaldīt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aptuvens στα ελληνικά - τραχύς, σκληρός, πρόχειρος, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
  • aptvert στα ελληνικά - σαρκασμός, πυξίδα, συλλαμβάνω, σφίγγω, σκάβω, νύξη, κέντρισμα, ...
  • apvalks στα ελληνικά - φάκελος, κέλυφος, κοχύλι, κελύφους, περίβλημα, shell
  • apvienot στα ελληνικά - συνενώνω, συγχωνεύομαι, ενοποιώ, συγχωνεύω, συνδυασμός, συνδυάζουν, συνδυάσετε, ...
Τυχαίες λέξεις
Apvaldīt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διατάζω, εξουσιάζω, προστάζω, εντολή, έλεγχος, προσταγή, μέτριος, μετριοπαθής, μέτρια, μέτριας, μέτριο