Atkausēt στα ελληνικά

Μετάφραση: atkausēt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ξεπαγώνω, λιώνω, διαλύω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως
Atkausēt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • atkal στα ελληνικά - ξανά, πάλι, και πάλι, φορά, εκ νέου
  • atkarīgs στα ελληνικά - εξαρτώμενος, εξαρτώνται, εξαρτάται από, εξαρτώνται από, εξαρτώμενη
  • atklājums στα ελληνικά - ανακάλυψη, βρίσκω, ανεύρεση, εύρημα, ανακάλυψης, την ανακάλυψη, ανακάλυψή, ...
  • atklāt στα ελληνικά - ανιχνεύω, πίνακας, ανακαλύπτω, τηρώ, ανεύρεση, παρατηρώ, εύρημα, ...
Τυχαίες λέξεις
Atkausēt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ξεπαγώνω, λιώνω, διαλύω, τήξη, απόψυξης, απόψυξη, επανατήξης, αποψύξεως