Λέξη: εφηβικός
Συνώνυμα: εφηβικός
νυμφικός, κορίτσι της παντρειάς, ήβης
Μεταφράσεις: εφηβικός
εφηβικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
adolescent, nubile, puberal, teenage, pubescent
εφηβικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adolescente, núbil, nubile, nubil, núbiles, casadera
εφηβικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
jugendlich, teenager, halbwüchsiger, jugendlicher, halbwüchsig, adoleszent, heiratsfähig, nubile, heiratsfähigen, heiratsfähige
εφηβικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
adolescent, jeune, juvénile, nubile, nubiles, nubilité, nubile de
εφηβικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
adolescente, nubile, nubili, da marito
εφηβικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
núbil, nubile, idade de casar, casadoura, em idade de casar
εφηβικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
puber, tiener, jeugdig, huwbaar, huwbare, nubile, opgebloeiden, brokje
εφηβικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
девичий, юный, подростковый, отрок, подросток, юношеский, молодой, брачный
εφηβικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tenåring, nubile
εφηβικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ungdomlig, tonårs, nubile
εφηβικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
nuorekas, teini, teini-ikäinen, epäkypsä, hemaiseva, naimaikäinen, nubile
εφηβικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nubile, purunge
εφηβικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
jinoch, dospívající, jinošský, mladistvý, na vdávání
εφηβικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
młodzieńczy, młodociany, dziewczyna, nastolatek, młodzieniec, dojrzały, nubile, na wydaniu
εφηβικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kamasz, házasulandó, ízben fiatal, férjhez adandó
εφηβικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
genç, çekici, nubile, gelinlik, evlenecek yaşta, yüzdüklerini
εφηβικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підлітковий, підліток, дівочий, юнацький, шлюбний, шлюбного, шлюбну
εφηβικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
në moshë martese, moshë martese
εφηβικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сексапилна, възраст за женене, на възраст за женене, зряла
εφηβικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
шлюбны, шлюбная, шлюбную, вясельле, шлюбным
εφηβικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
alaealine, nooruslik, nooruk, Naimaikäinen, Hemaiseva
εφηβικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
adolescent, djevojka, mlad, mladenački, mladić, zrela za udaju
εφηβικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
nubile
εφηβικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
prisirpęs, santuokinio amžiaus, Nubile, Vedybų, Nokinamas
εφηβικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
precību gados
εφηβικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
сексапилна
εφηβικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
adolescent, nubil, nubile, nubilă
εφηβικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
Zrela za udaju
εφηβικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
na vydaj
Τυχαίες λέξεις