Dot στα ελληνικά

Μετάφραση: dot, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παραδίνω, δίνω, δίνουν, να δώσει, δώσει, δώσουν, να
Dot στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • domātājs στα ελληνικά - στοχαστής, στοχαστή, φιλόσοφος, διανοητής, διανοητή
  • donors στα ελληνικά - δότης, δωρητής, δότη, του δότη, δωρητή
  • dramaturģija στα ελληνικά - παίζω, παριστάνω, έργο, δράμα, δραματουργία, δραματουργίας, δραματουργική, ...
  • draudi στα ελληνικά - απειλή, κίνδυνος, κίνδυνο, κινδύνου, κινδύνους, κινδυνεύει
Τυχαίες λέξεις
Dot στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παραδίνω, δίνω, δίνουν, να δώσει, δώσει, δώσουν, να