Λέξη: αγκάθι

Σχετικές λέξεις: αγκάθι

αγκάθι του χριστού φυτό, αγκάθι στο λαιμό, αγκάθι αχινού, αγκάθι του αγίου ιωάννη ή βαλσαμόχορτο, αγκάθι στα αρχαία, αγκάθι γκαλερί, αγκάθι στο πόδι, αγκάθι μελισσουργοί, αγκάθι ονειροκρίτης, αγκάθι του χριστού

Συνώνυμα: αγκάθι

άκανθα, οξύ άκρο, γαϊδουράγκαθο

Μεταφράσεις: αγκάθι

αγκάθι στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
spine, thorn, thistle, prickle, crunch, a thorn

αγκάθι στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
lomo, púa, espina, espinazo, aguijón, la espina, thorn, espino

αγκάθι στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
grat, kerbverzahnung, dorn, wirbelsäule, rückgrat, gebirgsgrat, stachel, buchrücken, Dorn, Stachel, Dornen

αγκάθι στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
épine, dos, crête, aiguillon, piquant, broche, échine, Thorn, épines, écharde, de Thorn

αγκάθι στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
aculeo, spina, spino, Thorn, spina delle piante, spine, di spine

αγκάθι στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
pico, esta, espinho, estrepe, isto, este, espinhos, thorn, do espinho, de espinhos

αγκάθι στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stekel, doorn, spin, prikkel, wervelkolom, Thorn, doornen, de Doorn, doornstruik

αγκάθι στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
корешок, сущность, торн, позвонок, хребет, позвоночник, игла, гребень, шип, Торн, Thorn, жало, колючка

αγκάθι στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
torn, pigg, ryggrad, Thorn, torne, barbed, tornen

αγκάθι στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
torn, törne, ryggrad, tagg, thorn, nagel, taggen

αγκάθι στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
orjantappura, piikki, orapihlaja, selkäranka, neulanen, oka, thorn, piikkilanka, pistin

αγκάθι στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
torn, rygrad, Thorn, barbed, Thorns, tornen

αγκάθι στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
hřbet, bodlák, páteř, osten, bodlina, trn, Thorn, trnem, trní

αγκάθι στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
kręgosłup, spinanie, cierń, grzbiet, kolec, Thorn, solą, Produkty Thorn

αγκάθι στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
hátgerinc, gerinc, tövis, tüske, Thorn, tüskés, csattanós

αγκάθι στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
diken, omurga, belkemiği, Thorn, dikenli, dikeni, tatula

αγκάθι στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
гребінь, корінець, колючка, хребет, шип, сутність, шпилька, шпильку

αγκάθι στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
gjemb, ferra, ferrë, ferrave, pak gjëmba

αγκάθι στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шип, трън, трънен, тръни, трънения

αγκάθι στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
сьпiна, шып

αγκάθι στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
selg, okas, oga, selgroog, Thorn, teravikku, kibuvitsust, kibuvitsapõõsastesse

αγκάθι στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
greben, bodlja, kralješnica, trn, kičma, drača, Pazi, trnja

αγκάθι στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hryggur, Þ, Thorn, þyrnir, þistill

αγκάθι στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
spina

αγκάθι στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nugarkaulis, stuburas, dyglys, spyglys, Thorn, Erškėčiai, akstis

αγκάθι στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
adata, ērkšķis, dzelonis, mugurkauls, Thorn

αγκάθι στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
трн, трнот, трнот на

αγκάθι στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
spin, ghimpe, spini, țepuș, de spini

αγκάθι στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
trní, trn, thorn, Torun

αγκάθι στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tŕň, Čap, trn, cievka, trň
Τυχαίες λέξεις