Līdzjūtība στα ελληνικά
Μετάφραση: līdzjūtība, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπόνια, συμπάθεια, αίσθημα, οίκτος, συμπόνιας, τη συμπόνια, ευσπλαχνία
Μεταφράσεις
- līdzenums στα ελληνικά - πεδιάδα, χωράφι, σκέτο, κάμπος, τομέας, πεδίο, σκέτος, ...
- līdzinieks στα ελληνικά - ομόλογό, ομόλογός, ομόλογό του, τον ομόλογό, ομολόγου
- līdzskanis στα ελληνικά - σύμφωνο, σύμφωνη, συνάδει, συμφώνου, σύμφωνες
- līdzsvars στα ελληνικά - ισοζύγιο, ισορροπία, πλάστιγγα, ζυγαριά, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
Τυχαίες λέξεις
Līdzjūtība στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπόνια, συμπάθεια, αίσθημα, οίκτος, συμπόνιας, τη συμπόνια, ευσπλαχνία
Μεταφράσεις: συμπόνια, συμπάθεια, αίσθημα, οίκτος, συμπόνιας, τη συμπόνια, ευσπλαχνία