Mērogs στα ελληνικά

Μετάφραση: mērogs, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίμακα, κλιμάκωση, λέπι, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά
Mērogs στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • mēness στα ελληνικά - φεγγάρι, φωτερό, Σελήνη, Moon, Σελήνης, φεγγαριού
  • mēris στα ελληνικά - πανώλης, πυρετός, πυρετό, πανώλης των, πανώλη
  • mērs στα ελληνικά - δήμαρχος, δημάρχου, δήμαρχο, Mayor, ο Δήμαρχος
  • mērvienība στα ελληνικά - μονάδα, μέτρηση, μέτρησης, μετρήσεων, μετρήσεως, τη μέτρηση
Τυχαίες λέξεις
Mērogs στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίμακα, κλιμάκωση, λέπι, κλίμακας, μέγεθος, ζυγαριά