Novērotājs στα ελληνικά
Μετάφραση: novērotājs, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παρατηρητής, παρατηρητή, παρατηρητών, του παρατηρητή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- novilcināšana στα ελληνικά - αμπάρι, περίμενε, αναβολή, περιμένω, κρατώ, καθυστέρηση, καθυστέρησης, ...
- novēlojies στα ελληνικά - αργός, αποθανών, αργά, όψιμος, βραδυκίνητος, βραδύς, καθυστερημένη, ...
- novērošana στα ελληνικά - παρατηρητικότητα, παρακολούθηση, παρατήρηση, παρατήρησης, παρακολούθησης, την παρατήρηση
- novērtējums στα ελληνικά - σημαίνω, σκοράρω, σκορ, βαθμολογώ, βαθμός, εικοσαριά, σημειώνω, ...
Τυχαίες λέξεις
Novērotājs στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παρατηρητής, παρατηρητή, παρατηρητών, του παρατηρητή
Μεταφράσεις: παρατηρητής, παρατηρητή, παρατηρητών, του παρατηρητή