Piestiprināt στα ελληνικά
Μετάφραση: piestiprināt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ασφαλής, ασφαλίζω, εδραιώνω, φτιάχνω, διασφαλίζω, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- piespraude στα ελληνικά - πόρπη, καρφίτσα, καρφίτσα καρφίτσα, καρφίτσα με, καρφίτσα για
- piespriest στα ελληνικά - ειμαρμένη, καταδικάζω, καταδίκη, πρόταση, παραγγελία, διαταγή, Διάταξη, ...
- piesātināts στα ελληνικά - βαθύς, κορεσμένο, κορεσμένου, κορεσμένα, κορεσμένη, κεκορεσμένο
- pieteka στα ελληνικά - εύπορος, παραπόταμος, παραπόταμο, παραπόταμου, παραποτάμου, υποτελής
Τυχαίες λέξεις
Piestiprināt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ασφαλής, ασφαλίζω, εδραιώνω, φτιάχνω, διασφαλίζω, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν
Μεταφράσεις: ασφαλής, ασφαλίζω, εδραιώνω, φτιάχνω, διασφαλίζω, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν