Rūpniecisks στα ελληνικά

Μετάφραση: rūpniecisks, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βιομηχανικός, βιομηχανική, βιομηχανικών, βιομηχανικής, βιομηχανικές
Rūpniecisks στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • rīts στα ελληνικά - πρωί, το πρωί, πρωινό, πρωινή
  • rūgts στα ελληνικά - δριμύς, πικρός, πικρή, πικρό, πικρές, πικρά
  • rūpniecība στα ελληνικά - βιομηχανία, κατασκευάζω, βιομηχανίας, κλάδου, κλάδου παραγωγής, κλάδο
  • rūpnīca στα ελληνικά - μύλος, εργοστάσιο, φυτεύω, αλέθω, φυτό, εργοστασίου, το εργοστάσιο, ...
Τυχαίες λέξεις
Rūpniecisks στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βιομηχανικός, βιομηχανική, βιομηχανικών, βιομηχανικής, βιομηχανικές