Vārīt στα ελληνικά
Μετάφραση: vārīt, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- vārti στα ελληνικά - λήμμα, αυλόπορτα, θύρα, πύλη, είσοδος, καταχώρηση, πύλης, ...
- vārtīšanās στα ελληνικά - τροχαίο, το τροχαίο σχετικά, που ταλαντώνονται επί, ταλαντώνονται επί, έλαση στις
- vārīties στα ελληνικά - βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
- vāvere στα ελληνικά - σκίουρος, σκίουρο, σκίουρου, σκιούρων
Τυχαίες λέξεις
Vārīt στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε
Μεταφράσεις: βράζω, βρασμός, βράσει, βράση, βράζουμε