Λέξη: κάτω

Σχετικές λέξεις: κάτω

κάτω παρτάλι επεισοδιο 3, κάτω παρτάλι επεισοδιο 10, κάτω παρτάλι επεισοδιο 6, κάτω παρτάλι επεισοδιο 8, κάτω παρτάλι επεισοδιο 5, κάτω παρτάλι επεισοδιο 2, κάτω παρτάλι επεισοδια, κάτω παρτάλι επεισοδιο 7, κάτω παρτάλι επεισοδιο 4, κάτω παρτάλι, τα παντελόνια κάτω, κάτω παρταλι, κατω παρταλι, mega κάτω παρτάλι, το κάτω παρτάλι, kato partali, κάτω παρτάλι 14, κάτω παρτάλι ηθοποιοι

Συνώνυμα: κάτω

χάμω, προς τα κάτω, παρακάτω, από κάτω, κάτωθεν, κάτωθι

Μεταφράσεις: κάτω

κάτω στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
down, below, under, lower, bottom

κάτω στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
bajo, abajo, hacia abajo, por, hasta, establecen

κάτω στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
außer, nieder, schlucken, niedergeschlagen, unten, drosseln, daune, verfeinern, raffinieren, betrieb, fressen, abwärts, daunen, flaum, nach unten, hinunter

κάτω στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bas, duvet, culbuter, colline, terrasser, abattu, inférieur, vers le bas, en bas, baisse, descendre

κάτω στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
basso, giù, verso il basso, stabilisce, fino

κάτω στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
penugem, pombo, pomba, pêlo, debaixo, para baixo, abaixo, descer, baixo, as

κάτω στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
dons, neerslachtig, laag, nesthaar, waas, neer, omlaag, beneden, af, vaststelling

κάτω στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
внизу, сорвать, депрессант, стрясать, село, вниз, опускать, забастовать, подчинять, заворачивать, снижаться, спускать, сдирать, дюна, содрать, сбивать, до, вниз по

κάτω στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ned, nedover, nede, seg, gardin

κάτω στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ner, ned, fastställs, anges, nedåt

κάτω στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haiven, taltuttaa, haituva, untuva, alaspäin, alas, kiinni, nurin, kumoon, koskevista, pitkin, takapenkkien

κάτω στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
nedad, ned, fastsat, fastsættelse, nede, fastsættelse af

κάτω στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
dole, dolů, spodní, stanoví, se stanoví, po

κάτω στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
paść, meszek, przełamywać, stos, dół, wydma, wyłączać, zestrzelić, puszek, puch, w dół, na dół, spadek, po, z

κάτω στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
leégve, pihe, le, lefelé, megállapított, megállapításáról, meghatározott

κάτω στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
aşağı, aşağıya, basılı, down, aşağı doğru

κάτω στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
унизу, нападки, спускати, кінчати, підкоряти, вниз, униз, донизу, долілиць

κάτω στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
poshtë, dorë, deri, tokë, në tokë

κάτω στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
надолу, определяне, определяне на, предвидена, за определяне

κάτω στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
панчоха, пагорак, нiзкi, ўніз, уніз

κάτω στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
all, rikkis, alla, maha, sätestatakse, kehtestatakse, ette

κάτω στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
skinut, ispod, pale, oboriti, niže, pad, dolje, niz, prema dolje, razbije, se razbije

κάτω στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
dúnn, niður, ofan, um, fyrir um, er fyrir um

κάτω στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žemyn, nustatantis, nustatantį, nustatančio

κάτω στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apakšā, lejā, uz leju, lejup, leju, noteikto

κάτω στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
долу, надолу, одредување, одредување на, по

κάτω στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
puf, jos, în jos, a, vă

κάτω στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
dol, dole, shodit, navzdol, določitvi, določa, določenimi

κάτω στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dole, nadol, dolu, zostupne, baní

Στατιστικά δημοτικότητας: κάτω

Τυχαίες λέξεις