Vaļasprieks στα ελληνικά

Μετάφραση: vaļasprieks, Λεξικό: λετονικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λετονικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεντρογέρακας, ενασχόληση, επίτευγμα, ασχολία, καταδίωξη, χόμπι, Hobby, Χόμπυ, το χόμπι
Vaļasprieks στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vasara στα ελληνικά - καλοκαίρι, θερινός, καλοκαιριού, το καλοκαίρι, του καλοκαιριού, καλοκαιρινές
  • vasks στα ελληνικά - κερί, κηρό, κηρού, κηρός, κεριού
  • vecs στα ελληνικά - γέρος, γέρικος, παλαιός, παλιός, παλιά, παλιό, παλαιά
  • vectēvs στα ελληνικά - παππούς, παππού, ο παππούς, τον παππού, του παππού
Τυχαίες λέξεις
Vaļasprieks στα ελληνικά - Λεξικό: λετονικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεντρογέρακας, ενασχόληση, επίτευγμα, ασχολία, καταδίωξη, χόμπι, Hobby, Χόμπυ, το χόμπι