Сьвёкар στα ελληνικά

Μετάφραση: сьвёкар, Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λευκορωσικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μητριά, πεθερός
Сьвёкар στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • сьвет στα ελληνικά - κόσμος, υφήλιος, κόσμο, κόσμου, παγκοσμίως, παγκόσμια
  • сьвякрова στα ελληνικά - πεθερά, την πεθερά
  • сьлiмак στα ελληνικά - σαλιγκάρι, Slimak
  • сьляпы στα ελληνικά - θαμπώνω, τυφλός, τυφλή, blind, τυφλών, τυφλούς
Τυχαίες λέξεις
Сьвёкар στα ελληνικά - Λεξικό: λευκορωσικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μητριά, πεθερός