Įmonė στα ελληνικά

Μετάφραση: įmonė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θίασος, ομήγυρη, εταιρία, παρέα, εταιρεία, εταιρείας, επιχείρηση, εταιρίας
Įmonė στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • įmantrus στα ελληνικά - πολύτιμος, τιμαλφής, εξελιγμένα, σοφιστικέ, εξελιγμένο, εξελιγμένες, εκλεπτυσμένο
  • įmoka στα ελληνικά - συνεισφορά, συμβολή, συνεισφοράς, εισφορά, συμβολής
  • įnašas στα ελληνικά - κλήρος, συνεισφορά, μερίδιο, μοιράζω, μοιράζομαι, συμβολή, χωρίζω, ...
  • įniršis στα ελληνικά - λυσσομανώ, φουντώνω, οργή, λύσσα, μανία, τρέλα, οργής, ...
Τυχαίες λέξεις
Įmonė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θίασος, ομήγυρη, εταιρία, παρέα, εταιρεία, εταιρείας, επιχείρηση, εταιρίας