Įniršis στα ελληνικά
Μετάφραση: įniršis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λυσσομανώ, φουντώνω, οργή, λύσσα, μανία, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- įmonė στα ελληνικά - θίασος, ομήγυρη, εταιρία, παρέα, εταιρεία, εταιρείας, επιχείρηση, ...
- įnašas στα ελληνικά - κλήρος, συνεισφορά, μερίδιο, μοιράζω, μοιράζομαι, συμβολή, χωρίζω, ...
- įpratimas στα ελληνικά - χρησιμοποιώ, συνήθεια, έξη, χρήση, οικειότης, οικειότητα, habitude
- įprotis στα ελληνικά - άσκηση, σχέδιο, έξη, χρησιμοποιώ, χρήση, συνήθεια, πρακτική, ...
Τυχαίες λέξεις
Įniršis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λυσσομανώ, φουντώνω, οργή, λύσσα, μανία, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή
Μεταφράσεις: λυσσομανώ, φουντώνω, οργή, λύσσα, μανία, τρέλα, οργής, την οργή, η οργή