Įvykis στα ελληνικά
Μετάφραση: įvykis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβάν, περιστατικό, άθλημα, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- įvardis στα ελληνικά - αντωνυμία, αντωνυμίας, αντωνυμίες, την αντωνυμία
- įvartis στα ελληνικά - γκολ, στόχος, στόχο, στόχου, ο στόχος
- įėjimas στα ελληνικά - είσοδος, είσοδο, εισόδου, είσοδο του, την είσοδο
- įžeisti στα ελληνικά - λαβώνω, τραυματισμός, τραύμα, τραυματίζω, προσβάλλω, προσβάλλουν, προσβάλλει, ...
Τυχαίες λέξεις
Įvykis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβάν, περιστατικό, άθλημα, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει
Μεταφράσεις: συμβάν, περιστατικό, άθλημα, γεγονός, περίπτωση, εκδήλωση, περιπτώσει