Būklė στα ελληνικά
Μετάφραση: būklė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέση, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Μεταφράσεις
- būgnas στα ελληνικά - τύμπανο, τυμπάνου, το τύμπανο, του τυμπάνου, τύμπανου
- būgštavimas στα ελληνικά - φόβος, ταραχή, σύλληψη, ενδιασμός, τις αμφιβολίες, προαίσθηση κακού
- būrelis στα ελληνικά - κύκλος, νεοσσιά, σμήνο, σμήνου, Covey, Το σμήνος
- būrys στα ελληνικά - ομάδα, παίκτες, την ομάδα, απόσπασμα, ρόστερ
Τυχαίες λέξεις
Būklė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέση, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
Μεταφράσεις: θέση, πάθηση, κατάσταση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος