Bendradarbis στα ελληνικά
Μετάφραση: bendradarbis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συσχετίζω, τσιράκι, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
Μεταφράσεις
- belaisvis στα ελληνικά - φυλακισμένος, αιχμάλωτος, δέσμιος, κρατούμενος, κρατούμενο, κρατουμένου
- bendradarbiauti στα ελληνικά - συνεισφέρω, συνεργάζομαι, συνεργάζονται, συνεργαστούν, συνεργαστεί, να συνεργάζονται
- bendrai στα ελληνικά - πάντως, μαζί, κοινού, από κοινού, καθώς, καθώς και
- bendras στα ελληνικά - κοινός, συνηθισμένος, αμοιβαίος, γενικός, γενική, γενικό, γενικού, ...
Τυχαίες λέξεις
Bendradarbis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συσχετίζω, τσιράκι, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη
Μεταφράσεις: συσχετίζω, τσιράκι, συνέταιρος, συνεργάτης, συνεργάτη, συγγενούς, συγγενή, συνδεδεμένη