Kalė στα ελληνικά

Μετάφραση: kalė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα
Kalė στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kalvis στα ελληνικά - μεταλλουργός, σιδεράς, σιδηρουργός, Smith, Σμιθ
  • kalvė στα ελληνικά - σιδηρουργείο, Οπλοποιείο, το Οπλοποιείο, το σιδηρουργείο, οπλοποιείο στο
  • kalėjimas στα ελληνικά - φυλακή, φυλάκισης, φυλακές, φυλακών, φυλακής
  • kamanė στα ελληνικά - μέλισσα, bumblebee, βομβίνων, μπούνι, αγριομέλισσα
Τυχαίες λέξεις
Kalė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σκύλα, θηλυκό, σκύλας, η σκύλα, πουτάνα