Kiekybė στα ελληνικά
Μετάφραση: kiekybė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, ποσότητα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kiekis στα ελληνικά - ποσότητα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
- kiekvienas στα ελληνικά - κάθε, όλοι, καθένα, κάθε ένα, κάθε μία, καθεμία
- kiemas στα ελληνικά - προαύλιο, αυλή, ναυπηγείο, κήπου, ναυπηγείου, αυλής
- kietas στα ελληνικά - δύσκολος, σκληρός, συμπαγής, αδιάλλακτος, άτεγκτος, αυστηρός, στερεός, ...
Τυχαίες λέξεις
Kiekybė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, ποσότητα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα
Μεταφράσεις: ποσόν, ποσό, ανέρχομαι, ποσότητα, ποσότητας, ποσότητα που, ποσότητες, την ποσότητα