Liniuotė στα ελληνικά
Μετάφραση: liniuotė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ιθύνω, ρίγα, αποφασίζω, βασιλεύω, χάρακας, κανόνας, κυβερνήτης, χάρακα, ηγεμόνα, κυβερνήτη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- likutis στα ελληνικά - ησυχασμός, ζυγαριά, ξεκουράζομαι, κατάλοιπο, υπόλοιπος, ισοζύγιο, πλάστιγγα, ...
- linija στα ελληνικά - ρυτίδα, γραμμή, παρατάσσω, επενδύω, γραμμής, σύμφωνα, line, ...
- linkis στα ελληνικά - κυρτώνω, στροφή, καμπύλη, σκύβω, γέρνω, καμπυλώνεται, καμπυλώνω, ...
- linksnis στα ελληνικά - θήκη, περιστατικό, υπόθεση, βαλίτσα, του ενικού, ενικού, του ενικού αριθμού, ...
Τυχαίες λέξεις
Liniuotė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ιθύνω, ρίγα, αποφασίζω, βασιλεύω, χάρακας, κανόνας, κυβερνήτης, χάρακα, ηγεμόνα, κυβερνήτη
Μεταφράσεις: ιθύνω, ρίγα, αποφασίζω, βασιλεύω, χάρακας, κανόνας, κυβερνήτης, χάρακα, ηγεμόνα, κυβερνήτη