Menkė στα ελληνικά

Μετάφραση: menkė, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου
Menkė στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • menininkas στα ελληνικά - καλλιτέχνης, καλλιτέχνη, τον καλλιτέχνη, καλλιτεχνών, του καλλιτέχνη
  • menkas στα ελληνικά - αδύναμος, λιποθυμώ, ασθενικός, ανίσχυρος, αμυδρός, φτωχός, κακή, ...
  • meras στα ελληνικά - δήμαρχος, δημάρχου, δήμαρχο, Mayor, ο Δήμαρχος
  • mergaitė στα ελληνικά - αστοχώ, δεσποινίς, χάνω, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, ...
Τυχαίες λέξεις
Menkė στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βακαλάος, μπακαλιάρος, γάδου, γάδο, του γάδου