Pagrindinis στα ελληνικά

Μετάφραση: pagrindinis, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετρ, ηγετικός, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, κυριότερος, κύρια, κύριο, κύριας, κύριες
Pagrindinis στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • pagoniškas στα ελληνικά - εθνικός, ειδωλολατρικός, ειδωλολάτρης, ειδωλολατρική, ειδωλολατρικό, παγανιστική
  • pagreitis στα ελληνικά - επίσπευση, επιτάχυνση, επιτάχυνσης, την επιτάχυνση, επιταχύνσεως, της επιτάχυνσης
  • pagyvenęs στα ελληνικά - ηλικιωμένος, ηλικίας, ηλικιωμένους, ηλικιωμένων, ηλικιωμένοι, ηλικιωμένο
  • painiava στα ελληνικά - λαβύρινθος, σύγχυση, συγχύσεως, σύγχυσης, η σύγχυση, τη σύγχυση
Τυχαίες λέξεις
Pagrindinis στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετρ, ηγετικός, κύριος, αφέντης, δεξιοτέχνης, κυριότερος, κύρια, κύριο, κύριας, κύριες