Panika στα ελληνικά
Μετάφραση: panika, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πανικός, τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- panelė στα ελληνικά - δεσποινίς, αστοχώ, χάνω, κορίτσι, κοπέλα, κοριτσιού, το κορίτσι, ...
- panieka στα ελληνικά - περιφρόνηση, καταφρόνια, περιφρονώ, περιφρόνησης, την περιφρόνηση, καταφρόνηση, περιφρόνησή
- papartis στα ελληνικά - φτέρη, φτέρης, φτερών, φτέρες, της φτέρης
- papildinys στα ελληνικά - αντιτείνω, αντικείμενο, αντικειμένου, σκοπός, στόχος, αντικείμενο της
Τυχαίες λέξεις
Panika στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πανικός, τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό
Μεταφράσεις: πανικός, τρομάζω, πανικοβάλλω, εκφοβίζω, φόβος, τρομάξει, τρόμου, εκφοβισμού, πανικό