Πανικοβάλλω στα λιθουανικά

Μετάφραση: πανικοβάλλω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
panika, baisumas, panikos, paniką, Panic
Πανικοβάλλω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πανικοβάλλω

πανικοβάλλω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, πανικοβάλλω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • πανηγυρίζω στα λιθουανικά - švęsti, švenčia, atšvęsti, švenčiame, paminėti
  • πανηγύρι στα λιθουανικά - karnavalas, banketas, šventė, teisingas, šventę, puota, atlaidai
  • πανικός στα λιθουανικά - baisumas, panika, panikos, paniką, Panic
  • πανομοιότυπο στα λιθουανικά - kopija, replika, replica, dubliką, kopijos
Τυχαίες λέξεις
Πανικοβάλλω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: panika, baisumas, panikos, paniką, Panic