Paskola στα ελληνικά

Μετάφραση: paskola, Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
λιθουανικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πίστωση, δανεισμός, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια
Paskola στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • paskalos στα ελληνικά - κουτσομπολιά, κουτσομπολιό, κουτσομπολιού, το κουτσομπολιό, τα κουτσομπολιά
  • paskiausias στα ελληνικά - τελευταίος, διαρκώ, φτουρώ, αργότερο, τελευταία, τελευταίες, πρόσφατες, ...
  • paskubėti στα ελληνικά - βιασύνη, βιάζομαι, σπεύδω, βιάζεται, βιαστούμε, βιαστείτε, βιαστεί
  • paskui στα ελληνικά - τότε, έτσι, τόσο, μετά, έπειτα, στη συνέχεια, συνέχεια
Τυχαίες λέξεις
Paskola στα ελληνικά - Λεξικό: λιθουανικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πίστωση, δανεισμός, δάνειο, δανείου, δανείων, του δανείου, δάνεια