Arm στα ελληνικά

Μετάφραση: arm, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χέρι, μπράτσο, όπλο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος
Arm στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arkitektur στα ελληνικά - αρχιτεκτονική, αρχιτεκτονικής, την αρχιτεκτονική, αρχιτεκτονική του, της αρχιτεκτονικής
  • arktisk στα ελληνικά - αρκτικός, αρκτική, Αρκτική, Αρκτικής, της Αρκτικής, Αρκτικό
  • armatur στα ελληνικά - οπλισμός, οπλισμού, επαγώγιμου, armature, επαγώγιμο
  • armbånd στα ελληνικά - βραχιόλι, μπρασελέ, βραχιόλι από
Τυχαίες λέξεις
Arm στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χέρι, μπράτσο, όπλο, βραχίονα, βραχίονας, σκέλος