Badeværelse στα ελληνικά

Μετάφραση: badeværelse, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λουτρό
Badeværelse στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bad στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, μπάνιο, μπανιέρα, λουτρό, τουαλέτα, μπάνιου
  • badekar στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, μπανιέρα, μπανιέρα με
  • bag στα ελληνικά - τσάντα, σακούλα, σάκο, σάκος, σακούλας
  • bagasje στα ελληνικά - αποσκευές, Χώρος, αποσκευών, τις αποσκευές, των αποσκευών
Τυχαίες λέξεις
Badeværelse στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λουτρό