Baker στα ελληνικά

Μετάφραση: baker, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φούρναρης, αρτοποιός, Baker, αρτοποιού, Μπέικερ
Baker στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bak στα ελληνικά - έπειτα, μετά, πίσω, πίσω από, όπισθεν
  • bake στα ελληνικά - ψήνω, Ψήστε, ψήνουμε, ψήνουν
  • bakeri στα ελληνικά - αρτοποιείο, φούρνος, αρτοποιίας, φούρνο, Bakery
  • bakgrunn στα ελληνικά - έδαφος, προσαράσσω, γη, φόντο, υπόβαθρο, παρασκήνιο, φόντου, ...
Τυχαίες λέξεις
Baker στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φούρναρης, αρτοποιός, Baker, αρτοποιού, Μπέικερ