Befolkning στα ελληνικά

Μετάφραση: befolkning, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πληθυσμός, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό
Befolkning στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • befaling στα ελληνικά - παραγγελία, προστάζω, προσταγή, παραγγέλλω, διατάζω, εντολή, εντολών, ...
  • befolke στα ελληνικά - κατοικώ, συμπληρώσετε, συμπλήρωση, κατοικηθεί, τη συμπλήρωση
  • befri στα ελληνικά - δημοσιεύω, δωρεάν, τσάμπα, εκκρίνω, κυκλοφορώ, απαλλάσσω, αυτεξούσιος, ...
  • befrielse στα ελληνικά - εκκρίνω, χειραφέτηση, δημοσιεύω, κυκλοφορώ, απελευθέρωση, λύτρωση, την απελευθέρωση, ...
Τυχαίες λέξεις
Befolkning στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πληθυσμός, πληθυσμού, πληθυσμό, του πληθυσμού, τον πληθυσμό