Fysisk στα ελληνικά
Μετάφραση: fysisk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fysiker στα ελληνικά - φυσικός, φυσικό, φυσικού, ο φυσικός
- fysikk στα ελληνικά - κράση, φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
- få στα ελληνικά - παραλαμβάνω, λαμβάνω, παίρνω, έχε, απολαβή, μούστος, λίγα, ...
- fåfengt στα ελληνικά - εγωκεντρικός, μάταιος, άκαρπος, άγονος, ματαιόδοξος, ξιπασμένος, μάταιη, ...
Τυχαίες λέξεις
Fysisk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής
Μεταφράσεις: σωματικός, φυσικός, φυσική, σωματική, φυσικές, φυσικής