Gummi στα ελληνικά

Μετάφραση: gummi, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λαστιχένιος, γόμα, καουτσούκ, λάστιχο, ελαστικό, από καουτσούκ, ελαστικού
Gummi στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gulsott στα ελληνικά - ίκτερος, ίκτερο, ίκτερου, ικτέρου, ο ίκτερος
  • gulv στα ελληνικά - έδαφος, γη, προσαράσσω, όροφος, πάτωμα, δάπεδα, πατώματα, ...
  • gunst στα ελληνικά - εύνοια, ευνοούν, ευνοεί, ευνοήσει, υπέρ
  • gunstig στα ελληνικά - ευμενής, ευνοϊκός, ευνοϊκή, ευνοϊκές, ευνοϊκό, ευνοϊκών
Τυχαίες λέξεις
Gummi στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λαστιχένιος, γόμα, καουτσούκ, λάστιχο, ελαστικό, από καουτσούκ, ελαστικού