Gutt στα ελληνικά

Μετάφραση: gutt, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
παιδί, αγόρι, αγοριού, αγόρι που, το αγόρι
Gutt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gunstig στα ελληνικά - ευμενής, ευνοϊκός, ευνοϊκή, ευνοϊκές, ευνοϊκό, ευνοϊκών
  • gusten στα ελληνικά - χλωμός, ξανθός, ωχρός, ιπποφαούς, ρηχά, χλωμό
  • guvernør στα ελληνικά - κυβερνήτης, κυβερνήτη, Διοικητή, διοικητής, Governor
  • gylden στα ελληνικά - χρυσός, χρυσαφένιος, μάλαμα, χρυσή, χρυσό, χρυσά, χρυσές
Τυχαίες λέξεις
Gutt στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: παιδί, αγόρι, αγοριού, αγόρι που, το αγόρι