Håpløs στα ελληνικά
Μετάφραση: håpløs, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απελπισμένος, απελπιστική, χωρίς ελπίδα, μάταιο, μάταιη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- håp στα ελληνικά - ελπίδα, ελπίζω, ευελπιστώ, ελπίζουμε, ελπίζουν, ελπίσουμε
- håpe στα ελληνικά - ευελπιστώ, ελπίζω, ελπίδα, ελπίζουμε, ελπίζουν, ελπίσουμε
- håret στα ελληνικά - τριχωτός, μαλλιαρός, μαλλιά, τρίχα, μαλλιών, τα μαλλιά, τρίχας
- hårete στα ελληνικά - μαλλιαρός, τριχωτός, τριχωτό, τριχωτών, τριχωτά, εκ τριχωτών
Τυχαίες λέξεις
Håpløs στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απελπισμένος, απελπιστική, χωρίς ελπίδα, μάταιο, μάταιη
Μεταφράσεις: απελπισμένος, απελπιστική, χωρίς ελπίδα, μάταιο, μάταιη