Kjennemerke στα ελληνικά

Μετάφραση: kjennemerke, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαθμός, σημειώνω, σημαίνω, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστικό γνώρισμα, Feature, Λειτουργία, το χαρακτηριστικό
Kjennemerke στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kjempestor στα ελληνικά - τραγελαφικός, πελώριος, απέραντος, τεράστιος, τερατώδης, τερατώδες, τερατώδη, ...
  • kjennelse στα ελληνικά - απόφαση, κυρίαρχος, αποφασιστικότητα, κυβερνών, κυβερνώντος, αποφανθεί
  • kjennskap στα ελληνικά - γνώση, γνώσεις, γνώσης, γνώσεων, της γνώσης
  • kjensgjerning στα ελληνικά - γεγονός, πραγματικότητα, γεγονότος, Πράγματι, ότι
Τυχαίες λέξεις
Kjennemerke στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαθμός, σημειώνω, σημαίνω, χαρακτηριστικό, χαρακτηριστικό γνώρισμα, Feature, Λειτουργία, το χαρακτηριστικό